Πρόσεχε θα αποτύχεις
Μεγαλώνουμε μ’ έναν τρόμο απέναντι στο λάθος
Ένα «πρόσεχε» κουδουνίζει ασταμάτητα στ’ αφτιά μας.
Πρόσεχε, θα πέσεις! Πρόσεχε, θα χτυπήσεις! Πρόσεχε, θ’ αποτύχεις! Πρόσεχε, θα προδοθείς! Πρόσεχε, θα πονέσεις!
Ένα «πρόσεχε» που γεννά φόβο κι έλλειψη εμπιστοσύνης στους εαυτούς μας. Που μας θέτει από νωρίς σε καλούπια στενά –για το καλό μας πάντα(!)- αμφισβητώντας τις ικανότητες μας ν’ ανταπεξέλθουμε στις όποιες δυσκολίες ή κακοτυχίες μας τύχουν.
Καλούπια που δεν είναι δικά μας. Κι αν έχουμε την ατυχία να είμαστε από τα συνεργάσιμα παιδιά, μπορεί να μην ανακαλύψουμε ποτέ τις δυνατότητες μας.
Να μην μάθουμε ποτέ πόσο γρήγορα μπορούμε να τρέξουμε, γιατί ένα «πρόσεχε» μας έκοψε πρόωρα τη φόρα. Μας στέρησε, επίσης, την ευκαιρία να πάρουμε τα μαθήματα που η αποτυχία προσφέρει. Πάθημα-μάθημα, δεν λέμε; Ένα «πρόσεχε» διαρκείας μας εμπόδισε εν πολλοίς να γνωρίσουμε τον κίνδυνο, την αστοχία, τη ριψοκινδυνότητα. Να έρθουμε σ’ επαφή με τις δεξιότητες και τις επιθυμίες μας και συνειδητά να αναλάβουμε ή όχι το κόστος της όποιας απόφασης.
Αφού τίποτα δεν επιτυγχάνεται με το «πρόσεχε», ενώ τα πάντα με το «θέλω» Κι εκεί, στο μεταίχμιο των αποφάσεων, αν θα προσπαθήσουμε κι άλλο δηλαδή ή θα εγκαταλείψουμε, κρίνεται και το πόσο πολύ επιθυμούμε κάτι. Εμείς οι ίδιοι, όχι τι μας έχουν υποβάλλει οι άλλοι να θέλουμε.
Θα μου πείτε, οι γονείς από ενδιαφέρον κι αγάπη.
Ούτε ενδιαφέρον ούτε αγάπη εμπεριέχει το κόψιμο των φτερών, ίσα ίσα που αντανακλά το δικό τους πρόβλημα.
Γονείς που δεν βλέπουν τα παιδιά τους ως ξεχωριστές οντότητες, αλλά ως συνέχεια τους που έχει υποχρέωση να εκπληρώσει δικά τους όνειρα ή απωθημένα. Που έχει υποχρέωση να τους κάνει να αισθανθούν περήφανοι με τα κατορθώματα τους.
Τα παιδιά όμως δεν είναι ζώα του τσίρκου, να κάνουν νούμερα και να προβάλουν χαρίσματα που πιθανόν δεν διαθέτουν, ώστε να αποσπούν χειροκροτήματα κι επιβραβεύσεις. Είναι αυτόνομες υπάρξεις που γεννήθηκαν κουβαλώντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Κι αν οι γονείς θέλουν να δοξαστούν, οφείλουν να τα βοηθήσουν να αναπτύξουν τα δικά τους ταλέντα. Να τα μάθουν πως να πετούν! Να τους δείξουν εμπιστοσύνη, για να πιστέψουν τα ίδια στους εαυτούς τους.
Σε μια κοινωνία άλλωστε που αλλάζει με τρομαχτική ταχύτητα, τόση που μια πληθώρα πραγμάτων και επιλογών να φαίνονται παρωχημένες, σαν από άλλον αιώνα, η προσπάθεια να τους επιβάλλουν το δικό τους «σωστό» φαντάζει από κωμική έως παράλογη.
Μήπως θα έπρεπε λοιπόν να τα βοηθήσουν να βρουν το δικό τους «σωστό;» Να σταθούν δίπλα τους όχι σαν αυθεντίες και φωτεινοί παντογνώστες, αλλά σαν στηρίγματα για αν και όποτε τα χρειαστούν.
Γιατί αγάπη είναι αυτή που δεν πνίγει, αλλά σε βοηθά να βρεις και να αναπτύξεις τις κλίσεις σου. Να μάθεις πως το λάθος είναι μέσα στη ζωή, όπως είναι και η αποτυχία, και τίποτα απ’ τα δύο δεν είναι για θρήνο και θάνατο.
Τίποτα απ’ τα δύο δεν πρέπει να μας πτοεί, γιατί είμαστε όντα ατελή και η ζωή μια πορεία προς την ολοκλήρωση. Αυτές οι πεποιθήσεις είναι τα πραγματικά φτερά που οφείλουν να δημιουργούν οι σωστοί γονείς.
Χιλιάδες είναι, άλλωστε, οι περιπτώσεις των «αποτυχημένων» που πέρασαν στο απέναντι στρατόπεδο, εκείνο των «επιτυχημένων».
Για την ιστορία θ’ αναφέρω πως ο Έντισον χρειάστηκε 1.001 αποτυχημένες προσπάθειες μέχρι να εφεύρει τη λάμπα. Ο διάσημος συγγραφέας Στίβεν Κίνγκ απορρίφθηκε τριάντα φορές πριν πείσει έναν εκδοτικό οίκο να εκδώσει το βιβλίο του. Κι ο ιδρυτής της εταιρείας KFC, είχε απορριφθεί 1.009 φορές μέχρι να τα καταφέρει. Τι κοινό είχαν οι τρεις τους; Πίστη στον εαυτό τους! Κι αυτό είναι το καλύτερο κληροδότημα που μπορούν να αφήσουν οι γονείς στα παιδιά τους.
Τελειώνοντας, θέλω να σας διηγηθώ μια υπέροχη ιστορία –δυστυχώς δεν μπορώ να ανακαλέσω το συγγραφέα αυτή τη στιγμή- για δυο αδελφάκια που ενώ κοιμούνται, το σπίτι τους παίρνει φωτιά. Ξυπνάνε από τους καπνούς.
Πάνε να βγουν από την πόρτα τους δωματίου τους αλλά είναι κλειδωμένη από την νταντά που τ’ άφησε για να πεταχτεί σ’ ένα ραντεβουδάκι. Τότε ο μεγαλύτερος –μόλις δέκα χρονών- ανοίγει το παράθυρο του δωματίου και με τον μικρότερο αγκαλιά περπατά πάνω στο γείσο του πρώτου ορόφου αναζητώντας τρόπο διαφυγής. Ευτυχώς, ειδοποιημένη από τους γείτονες, καταφτάνει η πυροσβεστική και τα διασώζει.
«Μα πως είναι δυνατόν, παιδί πράγμα, να μην χάσει την ψυχραιμία του; Πώς μπόρεσε και τα κατάφερε;» αναρωτιόταν κάποιος. Κι ένα άλλος -δια στόματος του συγγραφέα- απάντησε: «Γιατί δε είχε κανέναν να του πει πως δεν μπορούσε!»
Πρόσεχε θα αποτύχεις
Για την ομάδα του Authoring Melodies
Νούλη Τσαγκαράκη
Ευχαριστώ πολύ για την αναδημοσίευση